Η θέση του θύματος είναι δική μου!
Στα διαπροσωπικά παίγνια των ανθρώπων, η θέση του θύματος είναι καταρχήν περιζήτητη. Καθένας σπρώχνει, τραβάει, κάνει κόλπα, βάζει στους άλλους ή στον εαυτό του τρικλοποδιές, κινεί γνωστούς και βάζει μέσον, εξαντλεί πόρους και μυαλό, κατά κανόνα ασυναίσθητα, ασυνείδητα, ώστε να βρεθεί εκείνος στη θέση του θύματος – όποτε προβλέπεται, και συχνά προβλέπεται.
Ο πρώτος λόγος που κάνει τη θέση του θύματος έτσι περιζήτητη είναι ενδοψυχικός. Είμαι στη θέση του θύματος σημαίνει πέρα απ’ τ’ άλλα δύο πράγματα: Την πρωτοβουλία τού τι συμβαίνει δεν την έχω εγώ, αλλά ο άλλος. Και, αν κάποιος χρωστάει στον άλλον, αυτός δεν είμαι εγώ. Είναι, σαν να λέμε, μια θέση ανεύθυνου παίκτη, που προσδοκά να βγει κερδισμένος και όποτε νικά και όποτε χάνει την παρτίδα: Όποτε γίνεται αυτό που λέει πως θέλει, επειδή έγινε. Κι όποτε δεν γίνεται, επειδή ο άλλος, που ‘ναι ο φταίχτης, του οφείλει αποζημίωση και επανόρθωση. Μ’ αυτό το ψυχικό στρατήγημα, μ’ αυτό το ασυνείδητο κόλπο, όποιος αισθάνεται ότι κατέχει τη θέση του θύματος επιδιώκει ή και κατακτά δύο ενδοψυχικά έπαθλα: Από τη μια, αισθάνεται απαλλαγμένος από την ευθύνη και την υποχρέωση ν’ αντιμετωπίσει, να επεξεργαστεί και να πάρει θέση απέναντι σε διάφορα ηθικά και πρακτικά διλήμματα, με όλον τον κόπο και τις επιπτώσεις που ίσως εξυπονοούν οι επιλογές του. Κι από την άλλη – βαθύτερος λόγος – επειδή έτσι αποφεύγει να έρθει αντιμέτωπος με την αλήθεια της ψυχής του. Αποφεύγει ν’ αντικρύσει μηχανισμούς, επιθυμίες, φαντασιώσεις και συγκρούσεις που έχουν σαν θέατρο επιχειρήσεων τη δική του ψυχή.
Θα μου πείτε, και καλά, γιατί ένας συνήθης, κοινός άνθρωπος να κάνει τόσον κόπο προκειμένου ν’ αποφύγει να δει καθαρά την αλήθεια της ψυχής του; Θα σας πω κι εγώ: Επειδή κάθε άνθρωπος, κι ο πιο κοινός και ο πιο συνήθης, έχει ασυνείδητο. Έχει απωθημένα, δηλαδή ψυχικές παραστάσεις και ροπές πανίσχυρες, αλλά ανεπίτρεπτες, απορριπτόμενες από το Εγώ του (από την επίσημη ιδέα του για το ποιος είναι). Έχει φαντασιώσεις και επιθυμίες (αυτοί είναι οι οδηγητές της ασυνείδητης ψυχικής ζωής). Οι οποίες, αν βρεθούν στο προσκήνιο και πάρουν τα ηνία και της συνειδητής ψυχικής ζωής, ενδεχομένως θ’ αποσταθεροποιήσουν εικόνες για τον εαυτό του κατασκευασμένες με πολύ καιρό και κόπο, με μεγάλες θυσίες και έξοδα. Η συμφιλίωση ανάμεσα στα δύο αυτά πεδία της ψυχής (συνειδητό και ασυνείδητο ή, από την άλλη σκοπιά, Εγώ και Αυτό=αμυντικός και ενορμητικός πόλος της ψυχής) είναι καρπός μακράς πορείας στη ζωή – πορείας εξωτερικής και εσωτερικής. Ενώ η σύγκρουση και η διαμάχη ανάμεσά τους είναι η φυσική κατάσταση της ψυχής – με όλες τις επιπτώσεις που έχει μία τέτοια κατάσταση, όπως η προαναφερθείσα αυθόρμητη τάση αποφυγής της εσωτερικής αλήθειας.
Γι’ αυτούς τους κύριους ενδοψυχικούς λόγους, είναι αυθόρμητη ροπή του ανθρώπου, σε κάθε σχέση που έχει απαιτήσεις (και οι περισσότερες έχουν) και, οπωσδήποτε, σε κάθε στιγμή που γεννιέται μία σημαντική ένταση στη σχέση, να επιδιώκει ασυναίσθητα να καταλάβει τη θέση του θύματος, του αδικημένου, του ριγμένου…Έχει όμως ή εικάζεται ότι έχει και πρόσθετα πλεονεκτήματα η θέση του θύματος. Έχει μια δύναμη, μια ισχύ που δεν είναι διόλου αμελητέες, ιδίως όταν το παιχνίδι της ανθρώπινης σχέσης εκτραπεί ή εκφυλιστεί σε παιχνίδι εξουσίας – στο γνωστό «τίνος θα περάσει». Εκεί η κατάσταση είναι προφανής: Αφού για να συνεχίσει η σχέση, το παιχνίδι, απαιτείται να υπάρχουν και τα δύο μέλη, και οι δύο παίκτες, τότε τι είναι πιο ξεκούραστο, ισχυρότερο και, εγωιστικά ιδωμένο, πιο επωφελές; Να τραβάς και να σπρώχνεις και να κοπιάζεις εσύ ή και εσύ – ή να χτυπιέται ο άλλος για να σε κρατήσει, για να σ’ ευχαριστήσει, κινητοποιήσει και τα όμοια; Όποιος πει ότι ποτέ δεν έχει δει τέτοια παιχνίδια, ας κοιταχτεί λιγάκι στον καθρέπτη. Κι όποιος πάλι πει ότι, σε τεταμένες καταστάσεις και περίπλοκες ασκήσεις δεν βλέπει ποια είναι η αυθόρμητη (εγωιστική, πλην τόσο ανθρώπινη) τάση της ψυχής μάλλον έχει χάσει επεισόδια.
Για να το πούμε πολύ απλά: Τη μεγαλύτερη ισχύ και απολαβή την έχει, σε τέτοιες τεταμένες και μπερδεμένες καταστάσεις, εκείνος που βρίσκεται στη θέση του τραβάτε με κι ας κλαίω – ή όπως το διατύπωσε μία άλλη ασθενής μου, εκείνος που, για να κάνει αυτό που θέλει και τον συμφέρει, καταφέρνει και βάζει τους άλλους να τον παρακαλάνε: «Έλα, Μαρία», «Μα έλα, βρε Γιάννη», και τα όμοια.
Τα όσα είπαμε μέχρι τώρα δείχνουν και κάτι ακόμη: Η ανθρώπινη σχέση είναι παιχνίδι για δύο (τουλάχιστον). Κι όποτε προκύπτει, σε μία συνηθισμένη ιστορία, θέση θύματος, τότε καλό είναι να τραβήξει κανείς (το θύμα, το έτερο μέλος της σχέσης, οι θεατές…) λιγάκι την κουρτίνα και να δει τι παίζεται στ’ αλήθεια στο συγκεκριμένο σενάριο θυματοποίησης. Κι εκεί συχνότατα θα δούμε, στο παρασκήνιο, ότι σε συνήθεις ανθρώπινες ιστορίες που παράγουν θέση θύματος, κατά κανόνα και τουλάχιστον κατά ένα μέρος, το θύμα είναι πλάσμα διπλής όψεως. Θα δούμε ότι το ίδιο το θύμα τροφοδοτεί το παιχνίδι που παράγει θέση θύματος με πολλούς τρόπους. Υπάρχουν μάλιστα δύο κύριες και πολύ συνηθισμένες εκδοχές παιχνιδιών, όπου το θύμα συμβάλλει καθοριστικά στην τύχη του:
– Στην πρώτη εκδοχή ανευρίσκουμε το συναινούν θύμα. Δηλαδή, έναν άνθρωπο που με τη στάση του και με τις πράξεις του, με όσα έμπρακτα υποστηρίζει και αρνείται, τροφοδοτεί και διαιωνίζει το συγκεκριμένο παιχνίδι – κατά κανόνα συνοδεύοντας τη στάση του με διάφορες εκλογικεύσεις.
– Στη δεύτερη εκδοχή αυτό που συναντάς είναι ο θύτης-θύμα. Έχει δύο παραλλαγές: Στην πρώτη παραλλαγή συναντάμε το σύνδρομο του Σαμψών, σαν να λέμε. Δηλαδή, έναν άνθρωπο ο οποίος, αφού δεν γίνεται το δικό του (καλό ή κακό με κάποια κριτήρια, άσχετο), άρα είναι «το θύμα», προτιμά να καταστρέψει τα πάντα – δηλαδή μετατρέπεται σε «θύτη». Αυτό το σύνδρομο το συναντάμε με αυξημένη συχνότητα στις άψυχες σχέσεις, όπου δυο άνθρωποι σαπίζουν μαζί επειδή κανείς δεν έχει το κουράγιο να θάψει μια νεκρή σχέση, καθώς και σε βίαιους χωρισμούς, με τη λογική «δεν θα σε χαίρομαι εγώ, δεν θα σε χαίρεται κανείς». Στο «σύνδρομο του Σαμψών» ο θύτης-θύμα έχει πάντοτε κάποια επίγνωση του τι κάνει – απλώς, του είναι αδύνατο να το αποφύγει ή να στερηθεί την απόλαυση του κακού που προκαλεί. Στη δεύτερη παραλλαγή, αντίθετα, ένας άνθρωπος καταρχήν ανεπιγνώτως προκαλεί κακό στους άλλους και στον εαυτό του με τον εξής τρόπο: Κάνει ό,τι μπορεί ώστε να βρεθεί στη θέση του θύματος των περιστάσεων, των άλλων ανθρώπων, των μηχανισμών, του συστήματος – κατά κανόνα, αρχίζοντας αυτός ο ίδιος εχθροπραξίες, που η έκβασή τους είναι προδιαγεγραμμένη και τα σπασμένα θα τα πληρώσει κι ο ίδιος. Παιδιά με βίαιες ή παραβατικές συμπεριφορές, χρήστες ουσιών, στην οδό της σχολικής αποτυχίας…είναι οι πιο τυπικές όσο και τραγικές μορφές αυτής της παραλλαγής του υποδείγματος «θύμα-θύτης» που θα το χαρακτηρίζαμε σύνδρομο του Γολγοθά: Αρνούνται, πονούν, ενοχοποιούν, παγιδεύουν και πληγώνουν τους άλλους μέσα από τη δική τους θυματοποίηση, χωρίς επίγνωση του πόσο θα κοστίσει σ’ αυτά τα ίδια μια τέτοια πορεία. Στους μεγαλύτερους, αλκοολισμός, τοξικομανίες και παραβατικότητες, καθώς και ανοιχτές ή συγκεκαλυμμένες απόπειρες αυτοκτονίας είναι το αντίστοιχο αυτό- και ετεροκαταστροφικό σχήμα «θύτης-θύμα».
Τα λογικά πορίσματα που προκύπτουν από όλα τα παραπάνω, μπορούν να διατυπωθούν ως εξής: Έχε επίγνωση της θέσης σου μέσα στην σχέση. Μη δικάζεις, μην καταδικάζεις. Κατανόησε τον άλλον, το παιχνίδι και τον εαυτό σου μέσα σ’ αυτό. Και, το σπουδαιότερο: Αντί να κλαις τη μοίρα σου, κοίτα να δεις τι περνά από το χέρι σου. Αντί να ψευτοζείς με τις απολαβές του θύματος, δηλαδή, κοίτα τι είναι αυτό που μπορείς να κάνεις για να πάνε τα πράγματα προς ένα σημείο που θα βρίσκεται πιο κοντά στην αληθινή σου ζωή. Η συμμόρφωση με τις προδιαγραφές της θέσης θύματος, όποιες κι αν είναι οι συναισθηματικές ή πρακτικές απολαβές της, έχει πάντοτε ανθρώπινο κόστος. Που μπορεί να πάρει ακόμη και οριακές, υπαρξιακές διαστάσεις – όπως δείχνει η ακόλουθη κουβέντα ενός ώριμου πλέον άνδρα (επιτυχημένου, επιπρόσθετα) στο πλαίσιο της ψυχανάλυσής του:
«Στη ζωή μου πάντοτε προσπαθούσα να προσαρμοστώ στην εικόνα που είχαν οι άλλοι για μένα, ώστε να γίνω αποδεκτός. Έτσι όμως ήμουν χαμένος από χέρι. Αν δεν τα κατάφερνα, θα είχα αποτύχει. Κι αν πάλι τα κατάφερνα, θα είχα χάσει τον εαυτό μου. Ήμουν, σαν να λέμε, κυριολεκτικά σφαγμένος από χέρι».
Προσαρμογή από το βιβλίο του Ν. Σιδέρη, Δεν Παίζεις Μόνο Εσύ – Υπάρχουν κι Άλλοι!. Ήθη και τέχνη της ανθρώπινης σχέσης. Εκδ. Μεταίχμιο.
Πηγή: Το 23ο Γράμμα